Η Ρύθμιση Οφειλών σύμφωνα με τον Ν. 3816/10 όπως τροποιήθηκε με τον Ν. 4336/15
Με την πρόσφατη τροπολογία που ψηφίστηκε διευρύνονται οι δυνατότητες του νόμου για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, ενώ μειώνεται και ο χρόνος εκδίκασης των υποθέσεων.
Σύμφωνα με την ερμηνευτική εγκύκλιο «επιχειρείται εκσυγχρονισμός του πλαισίου του ν. 3869/10 για τα υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα, έτσι ώστε να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικός και λειτουργικός και να καταστεί εφικτή η παροχή δικαστικής κρίσης σε εύλογο χρόνο».
Με την τροποποίηση του «Νόμου Κατσέλη» εισάγονται οι εξής ρυθμίσεις:
1. Οφειλές προς το Δημόσιο
Μπορούν πλέον να ρυθμιστούν βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο, τη Φορολογική Διοίκηση, τους ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης. Οι οφειλές προς το Δημόσιο πρέπει υποχρεωτικά να συντρέχουν με οφειλές προς ιδιώτες. Σε περίπτωση υπαγωγής των οφειλών προς το Δημόσιο σε άλλο ρυθμιστικό πλαίσιο, ο οφειλέτης επιλέγει εάν επιθυμεί να το διατηρήσει ή να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλου θεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών. Εξαιρούνται της ρύθμισης, οφειλές αιτία των οποίων είναι τυχόν αδίκημα ή σε χρηματικές ποινές ή διοικητικά πρόστιμα. Συνεπώς, δεν είναι δυνατή η ρύθμιση οφειλών που προέρχονται από μη απόδοση ΦΠΑ.
Ενώ, οφειλέτες που έχουν ήδη υποβάλει αιτήσεις υπαγωγής αλλά κατά τη δημοσίευση του Ν. 4336/15 δεν έχει επέλθει δικαστικός συμβιβασμός αυτών, δύνανται να επανυποβάλλουν αιτήσεις προκειμένου να συμπεριληφθούν και οφειλές τους προς το Δημόσιο, παραιτούμενοι από την προηγούμενη αίτηση.
2. Δικάσιμος/προσωρινή διαταγή
Η δικάσιμος για τη συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υποβολής της αίτησης. Η ημερομηνία επικύρωσης/συζήτησης προσωρινής διαταγής προσδιορίζεται εντός 2 μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης. Η ακροαματική διαδικασία προσδιορίζεται εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έκδοση προσωρινής διαταγής.
Επιπλέον, υποχρεούνται όλοι οι οφειλέτες που έχουν υποβάλει αίτηση υπαγωγής στις διατάξεις του ν. 3869/2010 που η υπόθεσή τους έχει προσδιοριστεί να συζητηθεί πέραν μιας τριετίας από το χρόνο έναρξης ισχύος του ν. 4336/2015, να υποβάλλουν, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος, αίτηση για επαναπροσδιορισμό της συζήτησης της υπόθεσής τους σε συντομότερη δικάσιμο. Εάν δεν υποβληθεί σχετική αίτηση εντός του προβλεπόμενου διαστήματος, οι δικάσιμοι επαναπροσδιορίζονται αυτεπαγγέλτως σε συντομότερη δικάσιμο, εντός τριετίας. Οι παραπάνω επαναπροσδιορισμοί δικασίμων γίνονται ατελώς για τον αιτούντα.
3. Εύλογες δαπάνες διαβίωσης
Εισάγεται το κριτήριο των ευλόγων δαπανών διαβίωσης του οφειλέτη και της οικογένειάς του, όπως εκάστοτε προσδιορίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ, ως εξαιρούμενες από το εισόδημα του οφειλέτη και της οικογένειάς του, προκειμένου να καθοριστούν οι μηνιαίες καταβολές προς του πιστωτές του. Ταυτόχρονα όμως προβλέπεται ότι, σε κάθε στάδιο, το τυχόν υπερβαίνον τις εύλογες δαπάνες διαβίωσης, αποδίδεται στους πιστωτές του οφειλέτη, μέσω των μηνιαίων καταβολών.
4. Προστασία κύριας κατοικίας
Η προστασία της κύριας κατοικίας εκτείνεται σε αντικειμενική αξία κύριας κατοικίας ύψους ίσου με το αφορολόγητο ποσό αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας, συν πενήντα τοις εκατό (50%). Ενώ καθορίζονται ως κριτήρια για την προστασία της πρώτης κατοικίας α) το εισόδημα του οφειλέτη, β) η αξία της πρώτης κατοικίας και γ) το ύψος του συνόλου των οφειλών.
5. Διαδικασία ταχείας διευθέτησης μικρό-οφειλών (άρθρο 1 παρ. 13 Ν.4336/15)
Η διάταξη αφορά υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: α. Το σύνολο των οφειλών τους δεν υπερβαίνει τις 20.000 ευρώ, β. Έχουν μηδενικό εισόδημα, γ. Δε διαθέτουν ακίνητη περιουσία, δ. Δεν έχουν μεταβιβάσει ή εκποιήσει ακίνητη περιουσία τον τελευταίο χρόνο, ε. Το σύνολο της λοιπής περιουσίας τους, συμπεριλαμβανομένων τυχών καταθέσεων δεν υπερβαίνει τα 1.000 ευρώ, στ. Υπήρξαν συνεργάσιμοι δανειολήπτες, όπως η έννοια προσδιορίζεται στον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών (για αιτήσεις που θα υποβληθούν από το 2016 και έπειτα).
Για οφειλέτες που πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις, προβλέπεται: α) Άμεση διαγραφή οφειλών, β) Περίοδος επιτήρησης 18 μηνών κατά την οποία εάν υπάρξει οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης οφείλουν να ενημερώσουν τους πιστωτές τους και το δικαστήριο. Μετά τη λήξη της περιόδου επιτήρησης, η νομική κατάσταση της υπερχρέωσης του οφειλέτη αίρεται. γ) Σε περίπτωση μεταβολής της περιουσιακής κατάστασης, οι οφειλέτες νομιμοποιούνται να ζητήσουν μεταρρύθμιση της δικαστικής απόφασης, έτσι ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν οι λοιπές διατάξεις του ν. 3869/2010, προτείνοντας σχέδιο αποπληρωμής. δ) Τυχόν απόκρυψη περιουσιακής μεταβολής από τον οφειλέτη, κατά την περίοδο επιτήρησης, επιφέρει άρση διαγραφής και τις προβλεπόμενες στο ν. 3869/2010 κυρώσεις σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης ειλικρίνειας.
6. Κατάσταση απαιτούμενων δικαιολογητικών που προσκομίζονται
α) Πρόσφατο πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, β) Ε1 των τελευταίων 3 (οικονομικών) ετών, γ) Εκκαθαριστικά σημειώματα των τελευταίων (οικονομικών) ετών, δ) Πρόσφατο Ε9 και ΕΝΦΙΑ, ε) Τυχόν καταστάσεις μισθοδοσίας ή πρόσφατος εκκαθαριστικός λογαριασμός σύνταξης ή βεβαίωσης ανεργίας/κάρτα ανεργίας ΟΑΕΔ, στ) Τυχόν αντίγραφα αδειών κυκλοφορίας τροχοφόρων, ζ) Βεβαιώσεις οφειλών των πιστωτών, η) Αντίγραφα δανειακών συμβάσεων, θ) Τυχόν καταγγελίες των δανειακών συμβάσεων, ι) Τίτλος/οι ιδιοκτησίας ακινήτου/ων, ια) Βεβαιώσεις οφειλών από Δημόσιο, ιβ) Βεβαιώσεις οφειλών από φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ιγ) Αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης (κατ’ άρθρο 575 ΠΚ) από το οποίο να προκύπτει η μη καταδίκη του αιτούντος για οικονομικό ή φορολογικό αδίκημα σε βαθμό κακουργήματος, ιδ) Σε περίπτωση προηγούμενης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας, βεβαίωση διακοπής εργασιών από την αρμόδια Δ.Ο.Υ. (προκειμένου να διαπιστωθεί η έλλειψη πτωχευτικής ικανότητας του αιτούντος), ιε) υπεύθυνη δήλωση για πληρότητα καταστάσεων και μεταβιβάσεων, ιστ) λοιπά έγγραφα κατά την κρίση του οφειλέτη.
Νομοθεσία για το διαδίκτυο (Internet)
Το 2000 θεσπίστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η Οδηγία 2000/31/EK “για ορισμένες πτυχές των υπηρεσιών της κοινωνίας της πληροφορίας, ιδίως του ηλεκτρονικού εμπορίου στην εσωτερική αγορά (Οδηγία για το ηλεκτρονικό εμπόριο)” (EEL 178/1).
Η οδηγία αναγνωρίζει για κάθε επιχείρηση ή οντότητα που παρέχει διαδικτυακές υπηρεσίες την ιδιότητα του Φορέα Παροχής Κοινωνίας της Πληροφορίας. Ως υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας θεωρείται κάθε υπηρεσία που συνήθως παρέχεται από απόσταση έναντι αμοιβής και μετά από αίτημα του χρήστη της εφόσον παρέχεται με τη χρησιμοποίηση ηλεκτρονικού εξοπλισμού για την αποθήκευση και επεξεργασία δεδομένων περιλαμβανομένης και της ψηφιακής συμπύκνωσης των δεδομένων.
Οι υπηρεσίες της Κοινωνίας της Πληροφορίας καλύπτουν μεγάλο φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων σε απευθείας σύνδεση (online) οι οποίες μπορούν να συνίστανται, συγκεκριμένα, στην πώληση εμπορευμάτων σε απευθείας σύνδεση ενώ δεν καλύπτονται δραστηριότητες όπως η παράδοση αγαθών ή η παροχή υπηρεσιών offline.
Οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας δεν περιορίζονται σε υπηρεσίες επιτρέπουσες τη σύναψη συμβάσεων σε απευθείας σύνδεση αλλά επίσης, εφόσον συνιστούν οικονομικές δραστηριότητες, εκτείνονται και σε υπηρεσίες που δεν αμείβονται από τον αποδέκτη τους, όπως είναι η παροχή πληροφοριών σε απευθείας σύνδεση ή εμπορικές επικοινωνίες, ή οι υπηρεσίες αναζήτησης, πρόσβασης και ανάκτησης δεδομένων.
Οι υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας καλύπτουν επίσης τη διαβίβαση πληροφοριών μέσω ενός δικτύου επικοινωνίας, με την παροχή πρόσβασης σε δίκτυο επικοινωνίας ή με την καταχώριση πληροφοριών τις οποίες παρέχει ο αποδέκτης της υπηρεσίας. Η τηλεοπτική μετάδοση κατά την έννοια της οδηγίας 89/552/ΕΚ και η ραδιοφωνική μετάδοση δεν αποτελούν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας διότι δεν παρέχονται κατόπιν ατομικού αιτήματος. Αντιθέτως, οι υπηρεσίες που διαβιβάζονται από σημείο σε σημείο, όπως η μαγνητοσκόπηση κατ’ αίτηση ή η παροχή εμπορικών επικοινωνιών μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αποτελούν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας. Η χρήση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή αντίστοιχων ατομικών επικοινωνιών, πχ από φυσικά πρόσωπα που δεν ενεργούν στο πλαίσιο της εμπορικής ή επαγγελματικής τους δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης τους προς σύναψη συμβάσεων μεταξύ των εν λόγω προσώπων, δεν αποτελεί υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας.
Η συμβατική σχέση μεταξύ εργαζομένου και εργοδότη δεν αποτελεί υπηρεσία της κοινωνίας της πληροφορίας. Οι υπηρεσίες οι οποίες εξ ορισμού δεν παρέχονται εξ αποστάσεως και με ηλεκτρονικά μέσα, όπως ο κατά νόμον έλεγχος των λογιστικών εταιρείας ή η παροχή ιατρικών συμβουλών όταν απαιτείται φυσική εξέταση του ασθενούς, δεν αποτελούν υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας.
Στην Ελλάδα η Οδηγία 2000/31 μεταφέρθηκε στο Ελληνικό δίκαιο με το προεδρικό διάταγμα 131/2003, το οποίο αποτελεί πιστή αντιγραφή της εν λόγω Οδηγίας.
YOUTUBE και πνευματικά δικαιώματα: Τι «ανεβαίνει» νομίμως;
To YouTube είναι ένας δημοφιλής διαδικτυακός τόπος, ο οποίος επιτρέπει αποθήκευση, αναζήτηση και αναπαραγωγή ψηφιακών ταινιών. Σύμφωνα με τα καταχωρημένα στην ιστοσελίδα στατιστικά στοιχεία, κάθε μήνα επισκέπτονται το YouTube περισσότεροι από 1 δισεκατομμύριο χρήστες και κάθε μήνα προβάλλονται πάνω από 6 δισεκατομμύρια ώρες βίντεο, αριθμός που αντιστοιχεί σχεδόν σε μία ώρα για κάθε κάτοικο της Γης(!!).
Αν αναλογιστεί κανείς επίσης ότι κάθε λεπτό ανεβαίνουν 100 ώρες βίντεο στο YouTube, ενώ χιλιάδες διαφημιζόμενοι το χρησιμοποιούν για την αύξηση των εσόδων τους, αντιλαμβάνεται τόσο τη κλίμακα ανάπτυξής του και τον παγκοσμιοποιημένο χαρακτήρα του όσο και το πόσο δυσχερής είναι η συμμόρφωση όλων αυτών των χρηστών με το κανονιστικό πλαίσιο προστασίας της πνευματικής ιδιοκτησίας και δικαιωμάτων των εκάστοτε δημιουργών. Εξάλλου, δεν είναι λίγα τα παραδείγματα αποκλεισμού των χρηστών από τη δημοφιλή πλατφόρμα εξαιτίας μη επαρκούς αδειοδότησης για τα τραγούδια και τα βίντεο που μεταφορτώνουν.
Φυσικά, σχεδόν κανείς δεν διαβάζει εκ των προτέρων τους όρους που αναρτά η ιστοσελίδα σχετικά με την ορθή χρήση και την προστασία των πνευματικών δικαιωμάτων και οι περισσότεροι από τους χρήστες αρκούνται (κυρίως λόγω άγνοιας για τις συνέπειες του εν λόγω εγχειρήματος) σε απλές διατυπώσεις σχετικά με το copyright, που σε καμία περίπτωση δεν τους καλύπτουν νομικά σε περίπτωση που κάποιος από τους δημιουργούς των έργων στραφεί εναντίον τους για παράνομη προβολή του έργου.
H Εταιρεία Youtube (θυγατρική της Google), εδρεύει στην Καλιφόρνια, οπότε και η λειτουργία της διέπεται από το δίκαιο των ΗΠΑ και συγκεκριμένα από την Copyright Act του 1976 (μεταξύ άλλων) που καθορίζει τα δικαιώματα των δημιουργών πρωτοτύπων έργων πνευματικής ιδιοκτησίας (μουσική, ταινίες, βιβλίο κλπ), αντίστοιχα με τον Ελληνικό Νόμο 2121/1993 περί Πνευματικής Ιδιοκτησίας.
Αρχικά λοιπόν, σύμφωνα με τους Όρους Χρήσης του Youtube (οι οποίοι, εφόσον ο χρήστης εγγράφεται και χρησιμοποιεί την υπηρεσία θεωρούνται νομικά αμφοτέρως δεσμευτική συμφωνία), όταν ο χρήστης αναρτά περιεχόμενο στο YouTube, παραχωρεί στην ιστοσελίδα μία παγκόσμια, μη αποκλειστική, άνευ καταβολής δικαιωμάτων, μεταβιβάσιμη άδεια (με δικαίωμα παραχώρησης άδειας περαιτέρω εκμετάλλευσης) χρήσης, αναπαραγωγής, διανομής, δημιουργίας παράγωγων έργων, έκθεσης και παρουσίασης του εν λόγω περιεχομένου στα πλαίσια της παροχής της υπηρεσίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ο χρήστης διατηρεί όλα τα δικαιώματα ιδιοκτησίας επί του περιεχομένου. Είναι, ωστόσο, απαραίτητο να παραχωρεί περιορισμένα δικαιώματα χρήσης στο YouTube, προκειμένου να επιτυγχάνεται η ελεύθερη προβολή του υλικού αλλά και να μπορεί ο χρήστης υπό ορισμένες προϋποθέσεις να αποκομίζει χρηματικό όφελος από την προβολή αυτή (διαφημίσεις κλπ).
Φυσικά, μέσα στους Όρους Χρήσης αναφέρεται ρητώς ότι το περιεχόμενο που υποβάλλει ο χρήστης στην υπηρεσία δεν θα περιέχει υλικό, το οποίο αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία τρίτων, ούτε υλικό που υπόκειται σε άλλα δικαιώματα ιδιοκτησίας τρίτων (περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων ιδιωτικότητας ή των δικαιωμάτων δημοσιότητας), εκτός εάν προηγουμένως ο χρήστης έχει φροντίσει να λάβει επίσημη άδεια ή έγκριση από τον νόμιμο ιδιοκτήτη ή εάν έχει με κάποιο άλλο τρόπο (πχ creative commons) την άδεια να προβάλλει δημοσίως το περιεχόμενο αυτό.
Για να είναι επομένως κατάλληλο ένα βίντεο, πρέπει να διαθέτει ο χρήστης τα δικαιώματα εμπορικής χρήσης σε παγκόσμιο επίπεδο όλων των στοιχείων του βίντεο. Αυτό σημαίνει ότι έχει ο ίδιος δημιουργήσει όλα τα στοιχεία του βίντεο και ότι δεν έχει πουλήσει αποκλειστικά εμπορικά δικαιώματα χρήσης σε κάποιον άλλο. Εάν το βίντεό περιέχει περιεχόμενο που έχει δημιουργήσει κάποιος άλλος, πρέπει να εξασφαλιστεί γραπτή άδεια για τη χρήση και την αποκόμιση εσόδων από αυτό. Αυτά τα στοιχεία περιλαμβάνουν, ενδεικτικά, λογότυπα, μικρογραφίες, μουσική εισαγωγής/τέλους/παρασκηνίου, περιβάλλοντα χρήσης λογισμικού και βιντεοπαιχνίδια.
Χρησιμοποιώντας αυτόν τον όρο το Youtube (ή ακριβέστερα η Εταιρεία), αποκλείει κάθε ευθύνη της για προσβολή πνευματικών δικαιωμάτων και ρίχνει όλο το βάρος προστασίας του δημιουργού στους εκάστοτε χρήστες, εφόσον ρητά προβλέπεται ότι η εταιρεία δεν ελέγχει εκ των προτέρων αν το υλικό που αναρτάται έχει περιεχόμενο που προσβάλλει δικαιώματα δημιουργού, αλλά εκ των υστέρων ενδεχομένως να δεχθεί παράπονα και αναφορές (μέσω της εφαρμογής «παρακολούθησης» των αναρτήσεων ) από τους δημιουργούς και να αποσύρει το επίμαχο υλικό. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι σε πολλές δικαστικές διαμάχες που αφορούσαν προσβολή πνευματικών δικαιωμάτων, η YouTube υποστηρίζει ότι είναι απλά μια πλατφόρμα στην οποία οι χρήστες αναρτούν βίντεο και δεν φέρει καμία ευθύνη για το περιεχόμενο του οπτικού υλικού (άποψη η οποία έχει πολλάκις αντικρουστεί από τη κρίση των Δικαστηρίων, σημείο το οποίο ξεφεύγει βέβαια από τα πλαίσια του παρόντος).
Ακολουθούν ορισμένα απτά παραδείγματα της νόμιμης και παράνομης ανάρτησης υλικού στην πλατφόρμα (φυσικά αφορούν μόνο την πτυχή της πνευματικής ιδιοκτησίας και όχι άλλες τυχόν προεκτάσεις όπως δυσφημιστικό περιεχόμενο ή προσβολή προσωπικότητας που επισύρουν ευθύνες κάτω από άλλο νομικό πλαίσιο). Να προσθέσουμε επίσης ότι όταν η ανάρτηση καλύπτεται από όλες τις ως άνω προϋποθέσεις νομιμότητας ο χρήστης μπορεί να κάνει και εμπορική χρήση αυτού, δηλαδή να αποκομίσει κέρδος.
Φράσεις όπως “Όλα τα δικαιώματα ανήκουν στο δημιουργό” και “Δεν είμαι ο κάτοχος” δεν σημαίνουν αυτόματα το υλικό χρησιμοποιείται ορθά, ούτε και ότι ο χρήστης έχει την άδεια του κατόχου των πνευματικών δικαιωμάτων.
Νομίμως αναρτάται χωρίς προηγούμενη άδεια βίντεο στο οποίο εμφανίζεται ο ίδιος ο χρήστης και το κατοικίδιό του χωρίς μουσική υπόκρουση.
Νομίμως αναρτάται βίντεο που περιέχει μουσική χωρίς υποχρέωση καταβολής δικαιωμάτων εκμετάλλευσης και ο χρήστης μπορεί να αποδείξει τα δικαιώματα εμπορικής χρήσης χρησιμοποιώντας τους άμεσους συνδέσμους για το τραγούδι και την ισχύουσα άδεια χρήσης.
Παρανόμως αναρτάται βίντεο στο οποίο ο χρήστης τραγουδάει στίχους τραγουδιού που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα και υπάρχει ήχος που προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα στο βάθος, όπως κομμάτια με όργανα ή κομμάτια καραόκε.
Παρανόμως αναρτάται βίντεο που καλύπτεται μεν από άδεια αλλά ο χρήστης δεν αναφέρει τις πηγές ή τα δικαιώματα όπως απαιτεί μια άδεια.
Αναφορικά με τις δημοφιλείς «λίστες» στο youtube, ήτοι τις αυτοσχέδιες συνθέσεις τραγουδιών των χρηστών που παρουσιάζουν για παράδειγμα τα «δημοφιλέστερα του μήνα». Εν πρώτοις, η παρουσίαση μίας σειράς τραγουδιών σε ένα βίντεο, δεν είναι πρωτότυπο έργο και ο χρήστης πρέπει να αποκτήσει γραπτή άδεια από όλους τους δημιουργούς των κομματιών που έχει προσθέσει ώστε να καλύπτεται νομικά για την προβολή τους. Παρόλα αυτά, το Youtube, μέσω της εφαρμογής «audio swapping» επιτρέπει στο χρήστη να διαλέξει από μία «μουσική βιβλιοθήκη» ευρείας ποικιλίας ελεύθερα προς χρήση τραγούδια για τα οποία δεν απαιτείται άδεια. Φυσικά στην πράξη, κανένας χρήστης δεν προτιμά την επιλογή αυτή, οπότε και οι περισσότερες «μουσικές συνθέσεις» στην πλατφόρμα χρήζουν προσοχής από πλευράς κατοχύρωσης πνευματικών δικαιωμάτων.
B2C e-Commerce: Τι αλλάζει με τη νέα νομοθεσία σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση
Η Οδηγία 2011/83/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εισάγει νέες ρυθμίσεις στο δίκαιο περί προστασίας των καταναλωτών που αφορούν ουσιαστικά σε κάθε μορφή B2C εμπορικής συναλλαγής (δηλ. τόσο όσες γίνονται σε φυσικά εμπορικά καταστήματα όσο και σε όσες γίνονται μέσω ηλεκτρονικού εμπορίου).
Οι ρυθμίσεις αυτές, όταν εναρμονιστούν, θα ισχύουν οι ίδιες σε όλες τις χώρες της ΕΕ, γεγονός που αυξάνει εντέλει την νομική ασφάλεια των εταιρειών όταν διενεργούν διασυνοριακές συναλλαγές σε χώρες της ΕΕ.
Επομένως, ιδίως για το χώρο του e-commerce η νέα αυτή Οδηγία (που αντικαθιστά το προϊσχύον δίκαιο για τις εξ αποστάσεως συμβάσεις – δηλ. την Οδηγία 97/7/ΕΚ) είναι πάρα πολύ σημαντική δεδομένου ότι μια ηλεκτρονική επιχείρηση θα γνωρίζει εξαρχής ότι για το διασυνοριακό B2C e-commerce θα ισχύουν οι ίδιες ακριβώς ρυθμίσεις και στις 27 χώρες της ΕΕ. Πρόθεση της Οδηγίας είναι αφενός να ομογενοποιηθεί η προστασία των καταναλωτών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και αφετέρου να ενισχυθούν οι διασυνοριακές συναλλαγές με τη δημιουργία ενός νομικού πλέγματος ασφαλείας και βεβαιότητας που δεν θα δημιουργεί σύγχυση και ανασφάλεια στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, αλλά και στους καταναλωτές.
Ειδικότερα, οι σημαντικότερες διατάξεις προβλέπουν συνοπτικά τα ακόλουθα:
Το ηλεκτρονικό κατάστημα οφείλει (εκτός των άλλων βασικών πληροφοριών) πριν από την ολοκλήρωση της συναλλαγής (δηλ. πριν από το πάτημα του κουμπιού order/παραγγελία) από τον καταναλωτή/πελάτη να τον έχει ήδη ενημερώσει για τη συνολική αξία των προϊόντων ή των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των φόρων και στην περίπτωση που η τιμή δεν μπορεί να υπολογιστεί εκ των προτέρων λόγω της φύσεως των προϊόντων, τον ακριβή τρόπο με τον οποίο μπορεί αυτή να υπολογιστεί μετέπειτα κλπ. Επίσης, προβλέπεται ότι θα πρέπει να περιλαμβάνονται στο σύνολο της τιμής όλες οι τυχόν πρόσθετες οικονομικές επιβαρύνσεις του καταναλωτή, τα έξοδα αποστολής, παράδοσης ή ταχυδρομείου καθώς επίσης να παρέχονται και όλες οι λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο πληρωμής και τον τόπο και τρόπο εκτέλεσης της σύμβασης.
Ιδιαίτερα αναφορικά με τις πρόσθετες οικονομικές επιβαρύνσεις σε βάρος των καταναλωτών, η νέα Οδηγία απαγορεύει πλέον ρητά τους ηλεκτρονικούς εμπόρους να χρεώνουν τους καταναλωτές για τη χρήση κάποιου συγκεκριμένου μέσου πληρωμής επιπρόσθετη δαπάνη που να υπερβαίνει το κόστος χρήσης του ιδίου μέσου πληρωμής από τον έμπορο. Επί παραδείγματι, τούτο θα μπορούσε να έχει εφαρμογή στις περιπτώσεις της είσπραξης του τιμήματος με αντικαταβολή (όπου οι προμηθευτές συνήθως χρεώνουν ένα επιπλέον κόστος για την παροχή της υπηρεσίας αντικαταβολής από τον μεταφορέα). Με βάσει τη νέα διάταξη το όποιο επιπλέον κόστος δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το κόστος χρήσης του μέσου αυτού πληρωμής από τον έμπορο (δηλ. ο έμπορος να μην αποκομίζει κέρδος από την επιπρόσθετη αυτή δαπάνη).
Επίσης η Οδηγία αυτή κάνει για πρώτη φορά και ειδική αναφορά σε ειδικότερες μορφές ηλεκτρονικών συναλλαγών (όπως λ.χ. το m-commerce) προβλέποντας ρητά ότι (άρθρο 8 παρ. 4) ότι σε περίπτωση που υπάρχει τεχνική δυσκολία λόγω έλλειψης του απαραίτητου χώρου που χρειάζεται στην ιστοσελίδα για την λεπτομερή έκθεση όλων των πληροφοριών που απαιτεί ο νόμος, τότε η ηλεκτρονική επιχείρηση θα πρέπει να μεριμνήσει ώστε να περιλαμβάνεται σε εμφανές σημείο της ιστοσελίδας ένα link σε άλλη ιστοσελίδα όπου θα υπάρχουν εκεί διαθέσιμες οι αναγκαίες πληροφορίες ώστε να το επισκεφτεί ο καταναλωτής αν το επιθυμεί.
Περαιτέρω, η νέα Οδηγία απαιτεί πλέον από τις ηλεκτρονικές επιχειρήσεις να αναδιαμορφώσουν την ιστοσελίδα τους έτσι ώστε οι υποψήφιοι αγοραστές να κατανοούν με ρητό και σαφή τρόπο ότι όταν υποβάλλουν την παραγγελία τους αυτή επιφέρει ως επακόλουθο αποτέλεσμα την δέσμευσή τους με υποχρέωση πληρωμής στον προμηθευτή. Aναφέρεται, μάλιστα, ειδικά και συγκεκριμένα ότι όταν η παραγγελία συντελείται με την ενεργοποίηση ενός κουμπιού (π.χ. κλικάρισμα πάνω σε ένα κουμπί που λέει παραγγελία/order)) τότε θα είναι πλέον αναγκαίο το κουμπί αυτό να φέρει με ευκρίνεια την ένδειξη «παραγγελία με υποχρέωση πληρωμής» ή κάποια αντίστοιχης σημασίας ένδειξη. Η προϋπόθεση αυτή είναι αναγκαία προκειμένου να θεωρηθεί η ηλεκτρονική αγοραπωλησία ως έγκυρη καθώς στην περίπτωση που η ηλεκτρονική επιχείρηση δεν έχει μεριμνήσει για το παραπάνω ζήτημα, ο αγοραστής δεν θα δεσμεύεται από την παραγγελία του.
Στο ίδιο προστατευτικό προς τον καταναλωτή πνεύμα, η Οδηγία 2011/83 εισάγει με το άρθρο 22 μια νέα καινοτόμα ρύθμιση η οποία απαγορεύει στους προμηθευτές να «υφαρπάζουν» την συγκατάθεσή των καταναλωτών από προ-επιλεγμένα κουμπιά (pre-ticked checkboxes), όπου για να μην χρεωθεί επιπρόσθετα ο καταναλωτής έπρεπε, έως τώρα, να φροντίζει ο ίδιος να απορρίψει την ήδη προκαθορισμένη από τον έμπορο επιλογή. Επί παραδείγματι, αν μια υπηρεσία προσφέρεται λ.χ. με επιπρόσθετο κόστος ασφάλισης (αν το επιθυμεί ο καταναλωτής), απαγορεύεται πλέον η εταιρεία να έχει προεπιλέξει το κουμπί που αποδέχεται την ασφάλιση αυτή ώστε ο καταναλωτής να πρέπει ο ίδιος να απορρίψει την επιλογή αυτή προκειμένου να μην χρεωθεί.
Εναρμονίζεται πλέον για όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ ως χρόνος αναιτιολόγητης υπαναχώρησης του καταναλωτή από την ηλεκτρονική αγοραπωλησία σε 14 ημέρες. Ο χρόνος της υπαναχώρησης άρχεται: α) για τις υπηρεσίες: με τη σύναψη της σύμβασης και β) για τα προϊόντα: από την ημέρα που ο καταναλωτής ή ένα τρίτο πρόσωπο που υποδεικνύεται από αυτόν (π.χ. σε περίπτωση αποστολής ενός δώρου) αποκτά τη φυσική κατοχή των αγαθών. Μέσα στην προθεσμία αυτή οι καταναλωτές έχουν τη δυνατότητα να υπαναχωρήσουν από την αγοραπωλησία χωρίς την υποχρέωση να αναφέρουν τους λόγους που τους οδήγησαν σε αυτήν την απόφαση (δηλ. χωρίς καμία απολύτως αιτιολογία) και χωρίς καμία επιπλέον οικονομική επιβάρυνση εκτός από το άμεσο κόστος της επιστροφής των προϊόντων.
Ο προμηθευτής είναι υποχρεωμένος να αναρτήσει στην ιστοσελίδα του σχέδιο δήλωσης υπαναχώρησης προς χρήση από τους καταναλωτές. Η Οδηγία μάλιστα παρέχει και προαιρετικό πρότυπο της δήλωσης αυτής ώστε να το χρησιμοποιήσουν οι προμηθευτές αν το επιθυμούν.
Σε περίπτωση που ο προμηθευτής δεν παράσχει στον καταναλωτή τις αναγκαίες κατά το νόμο λεπτομερείς πληροφορίες σχετικά με το δικαίωμά του να υπαναχωρήσει από την ηλεκτρονική αγοραπωλησία τότε ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να ασκήσει την υπαναχώρηση έως και 12 μήνες από τη λήψη της υπηρεσίας ή του αγαθού.
Σε περίπτωση, τέλος, άσκησης της υπαναχώρησης και επιστροφής του προϊόντος από τον καταναλωτή, τότε ο προμηθευτής οφείλει να επιστρέψει κάθε πληρωμή που έλαβε από τον αγοραστή/καταναλωτή για την ηλεκτρονική αγοραπωλησία χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα πληρωμής με εκείνα που είχε χρησιμοποιήσει προηγουμένως ο καταναλωτής για την αρχική πληρωμή και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, σε κάθε περίπτωση πάντως εντός 14 ημερών από την ημέρα που έλαβε γνώση για την επιθυμία του καταναλωτή να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση. Άρα δεν μπορεί ο έμπορος λ.χ. να υποχρεώσει τον καταναλωτή να αγοράσει άλλο προϊόν ή υπηρεσία έναντι εκείνου για το οποίο υπαναχώρησε.
Τα ηλεκτρονικά καταστήματα θα πρέπει άρα να προσαρμόσουν τόσο τα συστήματά τους (αποθήκες, πληρωμές, μεταφορείς) όσο και τις ίδιες τις ιστοσελίδες τους στις ανωτέρω αλλαγές με την εναρμόνιση της Οδηγίας αυτής στο ελληνικό δίκαιο η οποία αναμένεται να γίνει κατά πάσα πιθανότητα μέχρι το τέλος του έτους.